07
Δεν πρόλαβε να επιστρέψει στον Πολύβιο ο Κώστας και αναγκάστηκε να βάλει τις φωνές.
Η σκηνή σίγουρα δεν άρμοζε σε εστιατόριο που σε δέκα λεπτά ήταν προγραμματισμένο να ανοίξει για τη μεσημεριανή του πελατεία.
Τρεις άνθρωποι είχαν κάνει πηγαδάκι μπροστά στον πάγκο και συζητούσαν έντονα. Ο βοηθός του, ο μάγειρας και η λατζέρισσα.
Ο Φίλιππας ο μάγειρας ανέλαβε τις εξηγήσεις, ενώ παράλληλα άρχισε να βαδίζει προς την κουζίνα. Χίλια συγγνώμη, δίκιο έχεις αφεντικό ότι και να πεις. Είχαν όμως ακούσει στο ραδιόφωνο την είδηση της αεροπειρατείας σε ελληνικό αεροπλάνο. Ναι, αεροπειρατείας, στα καλά καθούμενα πρωτοχρονιάτικα.
Το γερμανόφωνο δελτίο ειδήσεων δεν είχε δώσει λεπτομέρειες, παρά μόνο ότι επρόκειτο για εσωτερική πτήση της Ολυμπιακής που είχε καταλήξει στο Κάιρο.
Αφού διαπίστωσε ότι ούτε ο Φίλιππας ούτε οι άλλοι δύο γνώριζαν κάτι παραπάνω, ο Κώστας βγήκε στο δρόμο και κατευθύνθηκε στον κοντινότερο τηλεφωνικό θάλαμο.
08
Ο Υπηρεσιακός Παράγοντας, μετά τις πρώτες υποσχέσεις για ευόδωση του αυτοεξυπηρετούμενου δανείου, άρχισε σε αντάλλαγμα να διοχετεύει στον Μίμη Μπούσουλα πληροφορίες σχετικά με τον επικείμενο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Το υπό σύσταση ίδρυμα επρόκειτο να καλύψει όλα τα έξοδα των πέντε υποψηφίων με τη μεγαλύτερη βαθμολογία και να δώσει χρηματικά έπαθλα στον δεύτερο και τρίτο. Ο διαγωνισμός θα γινόταν βάσει της προμελέτης του ιδρύματος, ένα αντίγραφο της οποίας έφτασε σ' ένα φάκελο που δόθηκε χέρι με χέρι στη Σωτηρία Μπούσουλα, στην πόρτα του σπιτιού της, από τον ίδιο τον Παράγοντα. Η προμελέτη ήταν δακτυλογραφημένη σε κίτρινο χαρτί και είχε τρία κεφάλαια.
Το πρώτο κεφάλαιο, με εξίμιση σελίδες, αναφερόταν στην Τέταρτη Εθνοσυνέλευση του Άργους, το 1829. Παρότι τα αυθεντικά Πρακτικά της Εθνοσυνέλευσης είχαν χαθεί, υπήρχε μια αναφορά στη θεματολογία της, η οποία ήταν λίγο έως πολύ γνωστή από ιστορικές πηγές.
Το δεύτερο κεφάλαιο δεν είχε κείμενο, παρά μόνο ένα πλαίσιο με χάρτη της κεντρικής Αθήνας και με την εξής μόνη αναγραφή: ΤΑ ΛΕΓΟΜΕΝΑ ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, πάνω από μια διάταξη ισοϋψών καμπυλών. Πιο κάτω φαίνονταν κι άλλες ισοϋψείς που σίγουρα αντιστοιχούσαν στο Λυκαβηττό, την Ακρόπολη και τους άλλους λόφους της Πρωτεύουσας, χωρίς όμως λεζάντα.
Το τρίτο κεφάλαιο, με τρεις σελίδες, παρέθετε τα επιθυμητά χαρακτηριστικά του κτίσματος-αντικειμένου του διαγωνισμού και απαριθμούσε παρόμοια μνημεία σε διάφορες άλλες πόλεις του κόσμου. Η προμελέτη έκλεινε με μια φράση κλεμμένη από τη βενιζελική Μεγάλη Ελλάδα, κοινότοπη αλλά όχι εντελώς αταίριαστη με το θέμα:
Η ΕΛΛΑΣ ΠΡΟΩΡΙΣΤΑΙ ΝΑ ΖΗΣΗ ΚΑΙ ΘΑ ΖΗΣΗ!
Ο Μίμης Μπούσουλας, διαβάζοντας την προμελέτη το ίδιο βράδυ μετά την παραλαβή της από τη γυναίκα του, δεν εντυπωσιάστηκε τόσο από την ηρωική κατακλείδα αλλά από το γεγονός ότι κάποιος, το δίχως άλλο ο Υπηρεσιακός Παράγοντας, είχε υπογραμμίσει με πράσινο στυλό και διπλή γραμμή την πόλη Βαρκελώνη.
Όταν, στις αρχές Δεκεμβρίου, ο Παράγοντας πληροφόρησε τον Μίμη ότι ο κύριος Πρόεδρος θα πραγματοποιούσε την εξαγγελία του τις πρώτες μέρες του 1969 και σε κάθε περίπτωση προ των Φώτων, ο Μίμης έσπευσε να κλείσει το αεροπορικό εισιτήριο για τον γιο του και να στείλει τηλεγράφημα σε έναν άγνωστό του παραλήπτη στη Μαδρίτη, ο οποίος θα φρόντιζε για τα υπόλοιπα. Το εισιτήριο είχε ημερομηνία 6 Ιανουαρίου. Δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση να είναι νωρίτερα, αφού ο Υπηρεσιακός Παράγοντας ήταν απόλυτος: Απαραίτητη προϋπόθεση για την κάλυψη των εξόδων ήταν να έπωνται της πρωθυπουργικής ανακοινώσεως.
09
Η καινούργια χρονιά είχε μπει με τον πλέον δυναμικό τρόπο στην Ελλάδα. Η διαπίστωση αυτή ήταν κοινή τόσο μέσα στη χώρα όσο και στη διασπορά. Ιδίως στη διασπορά. Η ενημέρωση στο εσωτερικό, πλήρως ελεγχόμενη από το κράτος, εστιαζόταν στο βεβαρημένο μητρώο και την προβληματική συμπεριφορά του κρητικού αεροπειρατή, ο οποίος τελικά παραδόθηκε στις αιγυπτιακές αρχές.
Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης μπορεί να φείδονταν λεπτομερειών και να τα έκαναν, ως συνήθως, μαντάρα με το επώνυμο του πειρατή (το οποίο στην προκειμένη περίπτωση, πέραν του ότι ήταν ελληνικό, ήταν και επτασύλλαβο και άρα διπλά δύσκολο), σχολίαζαν όμως με δηκτικότητα τα μέτρα ασφαλείας των ελληνικών αεροδρομίων και τόνιζαν την εγγύτητα της χώρας στη Μέση Ανατολή.
Φυσικά, για το προσωπικό του Πολύβιου η είδηση σχεδόν μονοπωλούσε τις μεταξύ τους συζητήσεις. Αλλά και πολλοί από τους πελάτες του εστιατορίου, όχι μόνο οι έλληνες αλλά και οι ελβετοί και οι τουρίστες, ρωτούσαν τον Κωστάλα μήπως ήξερε κάτι παραπάνω. Όχι, πού να ξέρει, τις εφημερίδες διαβάζει κι αυτός όπως όλοι. Μέχρι κι ένας νεαρός ισπανός με γυαλάκια τον ρώτησε, τον θυμόταν που είχε ξανάρθει την περασμένη βδομάδα, μόνος και τότε όπως και τώρα.
Ήταν πολιτικό το κίνητρο; ρώτησε ο ισπανός, και ο Κώστας απάντησε όσο πιο ουδέτερα μπορούσε: Άγνωστο. Του έκανε όμως εντύπωση αυτή η ερώτηση, ίσως γιατί προερχόταν από ισπανό, που θα τον περίμενε λιγάκι μαγκωμένο, κι εκεί όπως και στην Ελλάδα το καθεστώς αποθάρρυνε την πολιτικολογία.
Εκτός κι αν… Πράγματι, ο Κώστας θυμήθηκε ότι τις προάλλες είχαν πιάσει για λίγο την κουβέντα και τον είχε ρωτήσει από ποιο μέρος της Ισπανίας είναι, κι εκείνος του είχε απαντήσει – τι όμως; Από Κ πρέπει να άρχιζε. Καστίλη; Καντάμπρια; Δεν θυμόταν. Μυαλό σουρωτήρι! σκέφτηκε και έσπευσε να του πάρει παραγγελία πριν επεκταθεί η συζήτηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου